- μυθιστορηματικός
- -ή, -ό1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο μυθιστόρημα ή αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά τού μυθιστορήματος («μυθιστορηματική περιπέτεια»)2. αυτός που είναι πλαστός ή φανταστικός.επίρρ...μυθιστορηματικώς και -άμε μυθιστορηματικό τρόπο.[ΕΤΥΜΟΛ. < μυθιστόρημα. Η λ. μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.